Νέος Κόσμος, 3/1/2012, εφτά το απόγευμα. Δεκάδες άνθρωποι που δε γυρίζουν ή πηγαίνουν στη δουλειά τους, αλλά είναι ήρεμοι και χαλαροί, περιμένουν το τράμ να τους πάει στον προορισμό τους. Το τράμ έρχεται σε ένα τέταρτο και όλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να σκοτώσουν την ώρα τους. Διαβάζουν εφημερίδα, ακούνε μουσική, λύνουν σταυρόλεξο, σφυρίζουν, βγάζουν εισιτήρια, τρώνε, κλάνουν, παίζουν με το κινητό, πίνουν κόκα κόλα, κάνουν βόλτες πάνω-κάτω, κοιτάζουν τον ουρανό. Αμήχανα. Είναι πολλοί μαζί και είναι όλοι μόνοι. Κανείς δε μιλάει στο διπλανό του. Ούτε καν η οπτική επαφή θεωρείται επιτρεπτή αλλά μάλλον ενόχλητική. Ακόμα και ο παραμικρός ψίθιρος του τύπου «Άντε πάλι αργεί… και μετά αυξάνουν και το εισιτήριο κάθε μήνα…» αντιμετωπίζεται μ’ ένα στραβωμένο βλέμμα που φωνάζει «Δε μας χέζεις ρε μπάρμπα με τη λογοδιάρρειά σου σου!».
Χιλιάδες άρθρα γράφονται για το σημερινό σύστημα που εγκλωβίζει ασφυκτικά τους πολίτες του κόσμου. Πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές ερμηνείες δίνονται προσπαθώντας να «διαβάσουν» το φαινόμενο που βιώνουμε και μας αναγκάζει όχι μόνο να ζούμε υπό τις σημερινές συνθήκες, αλλά και να θεωρούμε αυτονόητο ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής είναι ουτοπική. Ίσως χαμένοι μέσα στις χαοτικές πολιτικές θεωρίες, τα μανιφέστα, τις μπροσούρες και τα επαναστατικά τσιτάτα ξεχνάμε κάτι πολύ σημαντικό. Το σήμερα- το χθες- το αύριο, η ιστορία με μια λέξη, δεν γράφεται από μια μεγάλη επιστημονική διάνοια σε μια βραδιά οίστρου. Σίγουρα λαμπρά μυαλά επηρέασαν την πορεία των πραγμάτων, λειτούργησαν σαν «ξυπνητήρι» της μάζας, αναμφισβήτητα όμως ο άνθρωπος, ο απλός, μέσος, καθημερινός, νοικοκυραίος άνθρωπος έχει τη δύναμη. Χωρίς να το ξέρει. Τη μικρή αυτή λεπτομέρεια εκμεταλλεύεται η εξουσία για να τον καθοδηγήσει, να εσωτερικεύσει στην προσωπικότητά του τις αρχές της και να τον κάνει να την υπηρετεί χαρούμενος.
Αν παίξεις σωστά με την ψυχολογία των ανθρώπων είναι πολύ εύκολο να τους κάνεις πρόβατα. Ένα από τα βασικά στοιχεία που βλέπουμε σήμερα, όχι μόνο στις μεγαλουπόλεις όπως μας έμαθαν να γράφουμε στις εκθέσεις του λυκείου, αλλά ΠΑΝΤΟΥ (στις κωμοπόλεις, τα χωριά, τις φαβέλες, τις οικογένειες, τους δημόσιους χώρους, τα μπαρ, τα αυτοκίνητα, τα γκαράζ, σε ΚΑΘΕ γωνιά αυτής της γης) είναι η μοναξιά. Μοναξιά δεν εννοώ την έλλειψη φίλων, την έλλειψη αγαπημένων, έμπιστων ατόμων. Όλοι έχουμε εκατό άτομα στον κύκλο μας και περνάμε καλά μαζί τους. Τα υπόλοιπα δισεκατομμύρια στον πλανήτη που δεν θα γνωρίσουμε ποτέ; Που βλέπουμε στο δρόμο και προσπερνάμε; Πόσες καλημέρες, πόσες αγκαλιές, πόσα χαμόγελα δεν δώσαμε που θα μπορούσαν να κάνουν τον κόσμο και εμάς τους ίδιους καλύτερους;
Δεν λέω να γίνεις φίλος με δέκα χιλιάδες άτομα για να μαζευτείτε μια μέρα και να κάνετε επανάσταση. Αλλά μου φαίνεται περίεργο να τσιγκουνεύεσαι ένα «γειά» στον διπλανό σου, ενώ έχεις γαμηθεί να κάνεις φίλο όποιον άσχετο βρεις στο φέισμπουκ και στο τουίτερ. Μου φαίνεται λίγο περίεργο να σπαράζουν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον πλανήτη για το θάνατο του Michael Jackson, ενώ στο δίπλα στενό τους έχει πεθάνει κάποιος ηλικιωμένος που τον βρίσκουν επειδή σαπίζει για βδομάδες και άρχισε να βρωμάει. Μου φαίνεται περίεργο να αποφεύγεις μια κουβέντα με τον συνάδελφό σου στη δουλειά, ενώ τουιτάρεις ότι σε φαγουρίζει ο πισινός σου σε θέα εκατομμυρίων σε όλη την υδρόγειο.
Δεν είναι καθόλου περίεργο. Είναι εντελώς λογικό. Ο άνθρωπος είναι κοινωνικότατο ον, γουστάρει τους άλλους, θέλει να μιλάει μαζί τους, να ανταλάσσει απόψεις. Δεν είμαστε αντικοινωνικά μονοδιάστατα εγωιστικά τέρατα. Τέρας είναι το σύστημα, που μας έχει κάνει να πιστέψουμε ότι είναι εντελώς νορμάλ να μοιραζόμαστε με όλους τους κατοίκους της γης την άποψή μας για ένα θέμα μέσω ενός μπλογκ ή μιας ιστοσελίδας κοινωνικής από-δικτύωσης, αλλά να θεωρούμε ενοχλητικό και αγενή όποιον πάει να μας πιάσει την κουβέντα στο δρόμο.
Την έμφυτη κοινωνικότητά μας τη διοχετεύουμε σε ακίνδυνα μέσα που ουσιαστικά μας από-κοινωνικοποιούν από την πραγματική ζωή. Δεν υπάρχει πουθενά επικοινωνία. Όταν βγαίνουμε με φίλους, η ένταση της μουσικής στους περισσότερους χώρους απαγορεύει την κουβέντα, εκτός αν μιλάς με ντουντούκα. Ακόμα και στην οικογένεια, από τους λίγους δεσμούς που έχουν απομείνει ανάμεσα στους ανθρώπους, πόσες φορές πιάνετε τον εαυτό σας με τους γονείς σας και τα αδέρφια σας να κάθεστε ο ένας δίπλα στον άλλο για ώρες και να μην αλλάζετε κουβέντα, απλά γιατί όλοι κοιτάζετε αποβλακωμένοι την τηλεόραση;
Δεν υπάρχει ουσιαστική επικοινωνία και όταν οι άνθρωποι δεν είναι μαζί, είναι φυσικό να είναι ατομιστές. Σε μια συνέλευση του Μεταφραστικού (από τις ΝΟΜΙΜΕΣ, σύμφωνα με το πρωτόκολλο του ΟΗΕ και τον Άρειο Πάγο) μια κοπέλα φώναξε: «Ξυπνάτε ρε! Δεν υπάρχει το εμείς, μόνο το εγώ» Πέρα από το αρχικό σοκ που προκαλούν αυτά τα λόγια αν σκεφτείς ότι προέρχονται από ένα άτομο είκοσι ετών, έχει δίκιο. Ζούμε σε μια πισίνα με αιμοβόρα πιράνχας. Το θέμα είναι πιο στρατόπεδο διαλέγεις: Θα γίνεις πιράνχας για να επιβιώσεις, ή η ανθρωπιά σου θα σε κάνει να παλέψεις για την αλλαγή, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι είσαι πρόθυμος να φαγωθείς αντί να φας τον άλλον όταν έρθει η κρίσιμη στιγμή; Δεν τα φάγαμε, ούτε θα τα φάμε όλοι μαζί, φαίνεται κι απ’ τα κιλά μας…
Οι πλατείες όλου του κόσμου έκαναν το πρώτο βήμα για να σπάει ο πάγος. Και η τεχνολογία (που έχει και θετική πλευρά) ένωσε όλες τις πλατείες του κόσμου. Η απόγνωση μας έβγαλε με το ζόρι απ’ το σπίτι και μας έφερε αναγκαστικά δίπλα στο γείτονα. Η αμηχανία τελειώνει. Όλοι είμαστε το ίδιο. Όλοι θέλουμε το ίδιο. Να μιλήσουμε, να ενωθούμε, να προχωρήσουμε, να αλλάξουμε. Μαζί.
"Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Το λοιπόν δουλέψαμε όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί και να μην λέγη ούτε ο δυνατός "εγώ", ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς "εγώ"; Όταν αγωνιστεί μόνος του να φκειάση ή να χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάσουν, τότε να λένε "εμείς". Είμαστε εις το "εμείς" κι όχι εις το "εγώ".
Βαγγέλης Τσίρμπας